Καθώς η ελαιοκαλλιέργεια ολοένα και εξαπλώνεται, τόσο πιο έντονα παρατηρείται το φαινόμενο της σηψιρριζίας. Η φύτευση σε εδάφη στα οποία προϋπήρχαν άλλες καλλιέργειες- φορείς του μύκητα, η άμεση φύτευση από τον παραγωγό του αγροτεμαχίου χωρίς να έχει μεσολαβήσει αγρανάπαυση για οικονομικούς λόγους καθώς και η χρήση αμφιβόλου ποιότητας πολλαπλασιαστικού υλικού, είναι μερικές απ’ τις σημαντικότερες αιτίες εκδήλωσής του.
Πάμε όμως να δώσουμε μια εικόνα του συγκεριμένου μύκητα, καθώς και την εικόνα της προσβολής. Πρώτα απ’ όλα τα παθογόνα αυτά προσβάλλουν πολλές καλλιέργειες και όχι μόνο την ελιά. Πρόκειται για τα: Thielaviopsis basicola, Armillaria mellea, Rosellinia necatrix, Pseudomonas spp., Pyrenochaeta lycopersici, Rhizomonas spp. κ.α.Από αυτά, ο βασιδιομύκητας Armillaria mellea και ο ασκομύκητας Rosellinia necatrix είναι αυτά που προκαλούν προβλήματα στην ελιά. Αξίζει να πούμε πως ένα υγιές δέντρο με καλό ριζικό σύστημα είναι πιο δύσκολο να προσβληθεί, οπότε πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη βάση στη σωστή θρέψη και άρδευση. Τέλος τα μεγάλα δέντρα είναι λιγότερο επιρρεπή σε προσβολές καθώς έχουν αναπτύξει πλούσιο ριζικό σύστημα.
Συμπτώματα:
Η ασθένεια είναι εντοπισμένη σε όλη την επικράτεια της χώρας, όπου καλλιεργείται ελιά. Ο παραγωγός θα παρατηρήσει αρχικά χλωρωτικά δέντρα μέσα στον ελαιώνα, συνήθως εντοπίζονται κοντά σε άλλα που είχαν προσβληθεί κατά τον ίδιο τρόπο και ακολουθεί ένα είδος πορείας «ντόμινο», ή διάσπαρτα ανά σημεία. Συχνά συγχέεται με δίψα. Τα φύλλα τελικώς κιτρινίζουν και παραμένουν επάνω στο φυτό αφού ξεραθούν, χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης προσβολής.
Στο σημείο επαφής με το έδαφος και στο ριζικό σύστημα παρατηρείται η καρποφορία του μύκητα και έντονη οσμή εκπέμπει το σημείο αυτό αφού εκριζωθεί. Τα παθογόνα αυτά επιβιώνουν ως μυκήλιο με τη μορφή ριζόμορφων (λευκά διακλαδιζόμενα νήματα) ή μυκηλιακών πλακών (λευκά, λεπτά στρώματα μυκηλίου ανάμεσα στο φλοιό και το ξύλο της ρίζας) σε προσβεβλημένες ή νεκρές ρίζες μέσα στο έδαφος. Οι σηψιρριζίες ευνοούνται γενικά από υψηλή εδαφική υγρασία.
Για να ταυτοποιηθεί ο μύκητας το δέντρο που θα εκριζωθεί και θα σταλεί σε ένα εγκεκριμένο εργαστήριο πρέπει να είναι σε κατάσταση «ημιθανή». Σωστή αντιμετώπιση θα κάνουμε αφού ταυτοποιηθεί ο μύκητας.
Αντιμετώπιση:
Η αντιμετώπιση των παρασιτικών σηψιρριζιών είναι πολύ δύσκολη γι αυτό και πρέπει να ακολουθούνται τα εξής καλλιεργητικά μέτρα:
- Αποφυγή εγκατάστασης σε βαθιά εδάφη.
- Χρησιμοποίηση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού, πιστοποιημένο από τον φυτωριούχο.
- Εάν προϋπήρχε άλλη καλλιέργεια να προηγηθεί αμειψισπορά με σιτηρά.
- Συλλογή και εκρίζωση των προσβεβλημένων φυτών καθώς και των γειτονικών που είναι ύποπτα προσβολής.
- Το καλοκαίρι θα πρέπει το έδαφος να σκαφτεί πολλές φορές για να εκτεθεί στην ηλιακή ακτινοβολία που επιταχύνει την καταστροφή των παθογόνων των σηψιρριζιών.
- Απομόνωση του μέρους του αγρού που είχε τα προσβεβλημένα φυτά από τον υπόλοιπο αγρό με τάφρο πλάτους 30 εκατοστών και βάθους 60 εκατοστών. Το χώμα κατά το άνοιγμα της τάφρου θα πρέπει να ρίχνεται από τη μεριά που παρουσιάστηκε η ασθένεια.
- Χημική αντιμετώπιση μπορεί να γίνει καταστέλοντας τον μύκητα και όχι εξοντώνοντας τον. Αξίζει να σημειωθεί η καταστροφή των ωφέλιμων μικροοργανισμών του εδάφους κοντά στη ριζόσφαιρα, που δρουν συνεργατικά με τη ρίζα και είναι κύριας σημασίας για την ανάπτυξη του φυτού όταν ακολουθηθεί χημική αντιμετώπιση.
- Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στα βιολογικά μέτρα που έχουν δώσει πολύ καλά αποτελέσματα. Τέτοια είναι η χρήση ανταγωνιστών μυκήτων που «τρέφονται» απ’ τα παθογόνα. Οι φυσικοί εχθροί που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είναι:
Trichoderma asperellum + Trichoderma gamsii
Trichoderma asperellum + Trichoderma gamsii
Trichoderma spp. - Τέλος εφαρμογή μυκόρριζας κατά τη φύτευση έχει καλά αποτελέσματα.