Μελισσοκομικά Προϊόντα

Sep 7, 2021 | Μέλισσα

Συνήθως όταν αναφερόμαστε στα προϊόντα της μέλισσας, το μυαλό μας σχεδόν πάντα πηγαίνει στο μέλι. Πέραν αυτού, όμως, υπάρχουν και άλλα προϊόντα που μπορεί ο άνθρωπος να πάρει από τις μέλισσες.

Η γύρη και ο βασιλικός πολτός αποτελούν τροφές πλούσιες σε θρεπτικά στοιχεία, οι οποίες τα τελευταία χρόνια απολαμβάνουν καθολικής αποδοχής ως προς τις ευεργετικές τους ιδιότητες.

Η πρόπολη είναι ένα υλικό με ποικίλες φαρμακολογικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, αλλά και από τις εταιρίες καλλυντικών.

Στην παραγωγή καλλυντικών χρησιμοποιείται και το κερί των μελισσών, όπως και σε κάποιες ανθρώπινες δραστηριότητες.

Τέλος, πολλές είναι οι φαρμακολογικές ιδιότητες που έχει το δηλητήριο της μέλισσας.

Οι διατροφικές και φαρμακευτικές εφαρμογές των προϊόντων της μέλισσας συνοψίζονται στο άρθρο της Mateescu (2004). Επίσης, σε απόσπασμα από το βιβλίο της Potchinkova, δημοσιευμένο στη Μελισσοκομική Επιθεώρηση (2001α), γίνεται αναφορά στα προϊόντα της μέλισσας σε σχέση με την παιδική ηλικία.

ΜΕΛΙ
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ως μέλι νοείται «η φυσική γλυκιά ουσία που παράγουν οι μέλισσες του είδους Apis mellifera από το νέκταρ των φυτών ή από εκκρίσεις ζώντων μερών φυτών ή εκκρίματα εντόμων απομυζούντων φυτά ευρισκόμενα πάνω σε ζώντα μέρη των φυτών, τα οποία οι μέλισσες συλλέγουν, μετατρέπουν αναμειγνύοντας με ειδικές ύλες του σώματός τους, αποθέτουν, αφυδατώνουν, εναποθηκεύουν και φυλάσσουν στις κηρήθρες της κυψέλης, προκειμένου να ωριμάσουν». Συνεπώς, τίποτα δεν πρέπει να προστίθεται στο μέλι, ενώ κανένα άλλο προϊόν που περιέχει άλλα υλικά πέραν του μελιού δεν πρέπει να πωλείται με την ονομασία ‘μέλι’.

Η θρεπτική και βιολογική αξία του μελιού ήταν γνωστή στους αρχαίους πολιτισμούς, Αιγυπτίους, Μεσοποτάμιους και Έλληνες, κάτι που φαίνεται από τα αρχαία κείμενα.

Το μέλι παράγεται από το νέκταρ των ανθέων ή από μελιτώδεις εκκρίσεις εντόμων. Το νέκταρ και οι μελιτώδεις εκκρίσεις περιέχουν νερό και σάκχαρα (κυρίως σουκρόζη), με τη σύνθεση αυτών να διαφέρει πολύ από αυτή του μελιού. Η διαδικασία που ακολουθείται έως ότου σχηματιστεί το μέλι λέγεται ωρίμανση του μελιού και αφορά κυρίως στη διάσπαση της σουκρόζης προς γλυκόζη και φρουκτόζη και στη μείωση της υγρασίας στα επίπεδα γύρω από το 17%. Επίσης, κατά την ωρίμανση του μελιού, αυτό εμπλουτίζεται με διάφορα ένζυμα από τη μέλισσα, διαδικασία που ξεκινά μόλις το νέκταρ ή τα μελιτώματα μπουν στον πρόλοβο της μέλισσας. Το σημαντικότερο ένζυμο που προστίθεται είναι η ιμβερτάση, η οποία είναι υπεύθυνη για τη διάσπαση της σουκρόζης. Η συμπύκνωση του μελιού λαμβάνει χώρα εντός της κυψέλης, με τον αερισμό που κάνουν οι μέλισσες κουνώντας τα φτερά τους. Όταν το μέλι είναι πλέον ώριμο, καλύπτεται με κερί από τις μέλισσες.

ΓΥΡΗ
Η γύρη που συλλέγουν οι μέλισσες προέρχεται από τα φυτά. Πρόκειται για τους αρσενικούς γαμέτες, οι οποίοι σχηματίζονται στους στήμονες και μεταφέρονται στο στίγμα του ύπερου με τη διαδικασία της επικονίασης. Η επικονίαση γίνεται με τη βοήθεια του αέρα, του νερού και διαφόρων μικρών ζώων, κυρίως εντόμων. Η μέλισσα αποτελεί το σημαντικότερο επικονιαστή των φυτών παγκοσμίως, με το όφελος του ανθρώπου από αυτή να είναι ανεκτίμητο.


Η μέλισσα συλλέγει τη γύρη από τα φυτά, τη μεταφέρει μέσα στα καλαθάκια της γύρης που βρίσκονται στην κνήμη των οπίσθιων ποδιών της και την αποθηκεύει στις κηρήθρες.

Η μέλισσα κάνει σβώλους γύρης, αναμειγνύοντάς τη με εκκρίσεις των σιελογόνων αδένων της και με νέκταρ. Οι τρίχες που έχει στο σώμα της τη βοηθούν να συλλέξει τη γύρη, λόγω της κατασκευής τους.

Από την άλλη βεβαιώνεται η επιτυχία της επικονίασης, καθώς χιλιάδες κόκκοι γύρης προσκολλώνται στο σώμα της και ταξιδεύουν μαζί της στο επόμενο άνθος.

Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό των μελισσών είναι ότι σε κάθε ταξίδι τους, επισκέπτονται κυρίως ένα και μόνο φυτικό είδος. Σε ένα σβώλο γύρης, συνήθως το 95% των γυρεόκοκκων είναι από το ίδιο φυτό. Αυτό το φαινόμενο λέγεται ανθική σταθερότητα και σε αυτό ακριβώς οφείλεται η επιτυχία της επικονίασης στη φύση.
Ένα μελίσσι έχει ετήσιες ανάγκες σε γύρη περίπου 25-40 kg, η οποία χρησιμοποιείται κυρίως για την εκτροφή του γόνου. Μια προνύμφη χρειάζεται περίπου 30 g πρωτεΐνης για να αναπτυχθεί, ποσότητα που λαμβάνει αποκλειστικά από τη γύρη. Αλλά και οι νεαρές εργάτριες έχουν ανάγκη από γύρη για την ανάπτυξη του αδενικού τους συστήματος, ενώ οι κηφήνες και οι βασίλισσες πρέπει να τρέφονται με γύρη για να ωριμάσουν σεξουαλικά.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της ζωής τους, οι εργάτριες τρέφονται περιστασιακά με γύρη προκειμένου να παράγουν βασιλικό πολτό και κερί.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΠΟΛΤΟΣ
Ο βασιλικός πολτός είναι μια έκκριση των υποφαρυγγικών αδένων των νεαρών εργατριών και αποτελεί την τροφή της βασίλισσας και των προνυμφών. Οι προνύμφες που προορίζονται για βασίλισσες τρέφονται αποκλειστικά με άφθονο βασιλικό πολτό, ενώ οι προνύμφες των εργατριών θα τραφούν αρχικά με βασιλικό πολτό και από την τρίτη μέρα με ένα μίγμα γύρης και μελιού (Asencot & Lensky, 1988).


Ο φρέσκος βασιλικός πολτός έχει άσπρο γυαλιστερό χρώμα, υφή γαλακτώδη και κρεμώδη, οσμή ιδιάζουσα και γεύση υπόπικρη και ξινή. Η γεύση αυτή οφείλεται στο όξινο pH, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 3,4 και 4,5.

ΚΕΡΙ
Το κερί παράγεται από τα 4 ζεύγη κηρογόνων αδένων των νεαρών εργατριών, ηλικίας 2-3 βδομάδων, και χρησιμοποιείται για την κατασκευή των κηρηθρών, έπειτα από ζύμωση με εκκρίσεις των σιελογόνων αδένων (Grout, 1953). Το κερί που χρησιμοποιείται για να καλυφθεί το ώριμο μέλι περιέχει αντιβιοτικές ουσίες για τη διατήρησή του (Olariu et al., 1983). Για να παραχθεί 1 Kg κερί από τις μέλισσες πρέπει να καταναλωθούν 8,5 Kg μέλι.


Το κερί παράγεται υπό μορφή λεπιών και αρχικά έχει χρώμα λευκό. Το κίτρινο χρώμα των κηρηθρών οφείλεται στα καροτενοειδή που περιέχει η γύρη. Με τη μακροχρόνια χρήση των κηρηθρών, αυτές μαυρίζουν λόγω της συσσώρευσης εκδυμάτων από τα ατελή στάδια των μελισσών. Αποτελείται από υδρογονάνθρακες και εστέρες λιπαρών οξέων και είναι ένα πολύ σταθερό υλικό. ∆ε χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη φροντίδα κατά την αποθήκευση, παρά μόνο να μην έρθει σε επαφή με φλόγα, αλλά και παρασιτοκτόνες ουσίες, τις οποίες προσροφά.

Το κερί αποτελεί το δεύτερο σημαντικότερο μελισσοκομικό προϊόν από οικονομικής πλευράς. Ο μελισσοκόμος μπορεί να εκμεταλλευτεί παλιές και κατεστραμμένες κηρήθρες για να βγάλει ένα επιπλέον εισόδημα. Η διαδικασία παραλαβής του κεριού είναι σχετικά απλή και αφορά στο λιώσιμο, το φιλτράρισμα και τη λεύκανση αυτού. Η λεύκανση είναι μάλλον απαραίτητη επειδή συνήθως οι παλιές κηρήθρες έχουν σκούρο χρώμα.
Το κερί των μελισσών χρησιμοποιείται από τις βιομηχανίες για την παραγωγή καλλυντικών, κεριών και φύλλων κηρήθρας. Φυσικό κερί μελισσών περιέχουν πολλές κρέμες προσώπου και χεριών, αλοιφές, λοσιόν, οδοντόπαστες, μαστίχες, αντηλιακά, κρέμες ξυρίσματος και αποτρίχωσης. Επίσης, σε βερνίκια δαπέδων, επίπλων και αυτοκινήτων, σε μπογιές ζωγραφικής και πολλά άλλα προϊόντα καθημερινής χρήσης.

Ιατρικές χρήσεις του κεριού αφορούν στον περιορισμό της τερηδόνας και της ουλίτιδας, τη θεραπευτική δράση ενάντια στις φαρυγγοαμυγδαλίτιδες και τη βελτίωση φαρμακευτικών σκευασμάτων έπειτα από επικάλυψη.
Για τρόπους εφαρμογής και άλλες πληροφορίες παραπέμπουμε στη βιβλιογραφία της Potschinkova (2001β).

ΠΡΟΠΟΛΗ
Η πρόπολη είναι ένα μίγμα που παρασκευάζεται από τις μέλισσες και το οποίο αποτελείται από κερί (30%), ρητίνες και κόμμεα (50-55%), αιθέρια έλαια (10-15%) και γύρη (5%) (Witherell, 1975). Με την πρόπολη οι μέλισσες επιχρίουν τα εσωτερικά τοιχώματα της κυψέλης, κλείνουν σχισμές και χαραμάδες, ενώ καλύπτουν και μεγάλα ζώα που θανάτωσαν εντός της κυψέλης και δε μπορούν να τα μεταφέρουν έξω (ποντίκια, πεταλούδες, βατράχια κ.α.). Επίσης, επιχρίουν το εσωτερικό των κελιών προκειμένου να τα αποστειρώσουν πριν γεννήσει η βασίλισσα. Η ονομασία δόθηκε από τις ελληνικές λέξεις ‘προ’ και ‘πόλις’ επειδή οι μέλισσες τη χρησιμοποιούν για να μειώνουν την είσοδο της φωλιάς τους.


Οι ρητίνες και τα κόμμεα συλλέγονται από τους οφθαλμούς ή από τραύματα δέντρων, όπως λεύκα, φτελιά, οξιά, καστανιά, διάφορα κωνοφόρα κ.α. Μεταφέρεται στα καλαθάκια της γύρης. Η συλλογή γίνεται με ζεστό καιρό, όταν η πρόπολη είναι εύπλαστη. Η δύναμη του μελισσιού δεν καθορίζει τη συλλογή της πρόπολης, οπότε μπορούν να χρησιμοποιηθούν και αδύνατα μελίσσια για αυτό τον σκοπό (Muszynska et al., 1985). Γενετικοί λόγοι καθορίζουν την τάση ενός μελισσιού να συλλέγει πρόπολη.

ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ
Το δηλητήριο της μέλισσας παράγεται από τον αδένα του δηλητηρίου και αποθηκεύεται στο σάκο του δηλητηρίου. Η παραγωγή του ξεκινάει αμέσως με, ή λίγο πριν, την εκκόλαψη της νεαρής εργάτριας. Η ποσότητα δηλητηρίου μέσα στο σάκο αυξάνει κάθε μέρα, έως ότου φτάσει το μέγιστο των 0,3 mg περίπου στην ηλικία των 20 ημερών. Αποτελείται από διάφορα πεπτίδια και ένζυμα, τα οποία έχουν πλήθος φαρμακολογικών ιδιοτήτων. Το σημαντικότερο από αυτά είναι το πεπτίδιο μελιτίνη, η οποία είναι υπεύθυνη για τον πόνο και το οίδημα που προκαλεί το κέντρισμα της μέλισσας. Άλλα συστατικά του δηλητηρίου είναι η απαμίνη, το πεπτίδιο 401, η υαλουρουνιδάση, η φωσφολιπάση Α, η ντοπαμίνη και η αντολαπίνη.

Βιβλιογραφία: Μελισσοκομία, Αλυσσανδράκης Ε., 2007

 

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Νέα

Κατηγορίες

Social